Thursday 31 January 2019

υγρασία στην ζάχαρη ΙΙ

  _ο φωταγωγός της πολυκατοικίας έχει μια ιστορία για όλους μας. Είναι γι' αυτούς που δοκίμασαν να γαμηθούν στη μπανιέρα χωρίς επιτυχία, για τον Νικόλα από τον τέταρτο που τραγουδάει την Μακεδονία την Ξακουστή με σαρκαστικό ύφος, για την κυρία Δέσποινα που τον απολαμβάνει με σοβαρό ύφος από τον τρίτο, είναι για τους φοιτητές που συγκατοικούν στον πρώτο και ακούνε όλη μέρα ηλεκτρονική μουσική στο ίδιο βόλιουμ, είναι για το σκυλί στο μπαλκόνι στον δεύτερο που κάποια στιγμή κάποιος πρέπει να επέμβει, δεν είναι κατάσταση αυτή, είναι για τις μέρες πριν το δημοψήφισμα που μέσα απ' τον φωταγωγό οι αγχωμένες φωνές των δημοσιογράφων αντηχούσαν απ' όλους τους ορόφους σαν χωροδία, είναι για την διαχειρίστρια και τον δικηγόρο του πέμπτου που μισιούνται βαθιά και καταλάθος συναντήθηκαν στο ασανσέρ και όλοι ακούσαμε τις φωνές τους, είναι για τον Μιχαλάκη που έρχεται και χτυπάει την πόρτα για πλάκα και φεύγει πριν τον προλάβεις, για το γατί που κοιμάται συνεχώς στο πλατύσκαλο και ενοχλεί τον κύριο και την κυρία Τάδε, γιατί έχουν αλλεργία πιστοποιημένη και άσε που θα φέρει και τους φίλους του σε λίγο, και άσε τους φίλους του αλλά οι ψύλλοι, μετά θα θέλουμε απεντόμωση και δεν είναι καιροί αυτοί για έξοδα για ένα κωλόγατο, είναι και για τον γιο τους τον Σπύρο που βγαίνει κάθε βράδυ στα μουλωχτά και το ταίζει, για το σημείωμα στον πίνακα ανακοινώσεων που έλεγε "Κλίνετε την πόρτα" και έλαβε απάντηση "η πόρτα της πόρτας την πόρτα ω πόρτα", για την κυρία Μαρία που πήγε πάλι στο χωριό και γύρισε και μας άφησε ένα σωρό πράματα απ' τον κήπο της, για τον φαρμακοποιό στον πέμπτο που θέλει την ησυχία του παρακαλώ, για τα σώβρακα που έπεσαν από την απλώστρα μας στην αυλή της Ειρήνης στο ισόγειο και πρέπει να πάω να τα πάρω, αλλά την ντρέπομαι λίγο και δεν βρίσκω το θάρρος, και για τη μέρα που αυτοί τελικά καταφέρανε να γαμηθούν στη μπανιέρα και τους άκουσε όλη η πολυκατοικία, αλλά πιο πολύ για την κυρία Δέσποινα, που εκείνο το βράδυ λιβάνισε, να φύγει η αμαρτία. Είναι για τα παιδιά που περνάνε και αφήνουν τα φυλλάδια μες στη βροχή και για τη μέρα που ο κύριος Τάδε βγήκε και τους έβρισε γιατί λέει λερώνουνε τα σκαλοπάτια, άκου τώρα, και βγήκα κι εγώ και του πα να τραβήξει καμιά μαλακία να ησυχάσει επιτέλους και το φχαριστήθηκα, και κέρασα και τα παιδιά από το κέικ σου, και μετά ήρθες και με πείραξες και μου πες πως έφαγα όλο το κέικ και σου 'πα την ιστορία και δεν με πίστευες· είναι για το ξινό ύφος στα σημειώματα που αφήνει η διαχειρίστρια στο ασανσέρ, έπειτα από παράκληση του φαρμακοποιού όλοι οι ένοικοι καλούνται να περπατούν όσο το δυνατόν πιο αθόρυβα στη σκάλα, οι φοιτηταί στον πρώτο όροφο αν έχουν την καλοσύνη να μειώσουν την ένταση της μουσικής ευχαριστώ. Είναι για την κυρία Σούλα και το φλαπ φλαπ απ' τις παντόφλες της, αυτές τις παντόφλες που δεν έχει βγάλει εδώ και τρία χρόνια σίγουρα, είναι γι' αυτόν τον έφηβο από κάποιο όροφο που καπνίζει στα κρυφά κι εμείς έχουμε καταλάβει ποιος είναι αλλά δεν είμαστε δα και ρουφιάνοι. Είναι για εκείνες τις βδομάδες που η μαμά του Μιχαλάκη αποφάσισε να του κάνει δίαιτα αλλά η κυρία Σούλα στον δεύτερο είχε άλλες βλέψεις, κι έτσι του πάσαρε κρυφά τα πατατάκια και τις σοκολάτες αμυγδάλου, μέχρι που το πήρε πρέφα η μαμά του Μιχαλάκη κι έγινε το σώσε· είναι για το πετρέλαιο που δεν πληρώσαμε ποτέ και γι' αυτό το σπασμένο πλακάκι στην είσοδο που έσπασε όταν το ζευγάρι που κάποτε γαμιόταν στο μπάνιο χώρισε με βάρβαρο τρόπο, και τον κύριο φαρμακοποιό και την κυρία διαχειρίστρια δεν τους ένοιαζε που εκσφενδονίζονταν αντικείμενα κάθε μεγέθους και βάρους, αρκεί να χαμηλώσετε παρακαλώ την ένταση. Αυτή η ιστορία είναι για τη μέρα που πήγα τελικά και ζήτησα τα σώβρακα απ' την Ειρήνη, κι ακούσαμε από πάνω την κυρία Σούλα να βρίζει μπροστά στην τηλεόραση, κι η Ειρήνη μου είπε σ' αυτήν την ζωή είναι να προσέχεις να μην πάθεις Σούλα, κι είναι και για τη μέρα που ήρθανε οι μπάτσοι στο σπίτι του Νικόλα και κανείς δεν ήξερε γιατί, κι ας τον είχε αναλάβει ο δικηγόρος απ' τον πέμπτο δεν μας έλεγε τίποτα, κι η διαχειρίστρια τον έβριζε πάλι κι έλεγε δεν είναι πράγματα αυτά να μπαίνουν τα όργανα στο σπίτι μας και να μην ξέρουμε γιατί. Είναι για τη μέρα που μας άφησε η κυρία Μαρία, κι αυτή τη μέρα την πενθήσαμ' όλοι, πρώτος δεύτερος τρίτος τέταρτος πέμπτος, κι η κυρία Σούλα έβγαλε τις παντόφλες της κι η διαχειρίστρια πρώτη φορά παραδέχτηκε πως στεναχωρήθηκε κάπως για τον Νικόλα, τόσο καλό παιδί, κι ο δικηγόρος έγνεψε καταφατικά και δεν βριστήκανε πρώτη φορά στα χρονικά, κι ο φαρμακοποιός της είπε καμιά φορά κάποιες καταστάσεις αναγκάζουν κάποιους ανθρώπους να κάνουν κάποια πράγματα, κι εμείς γελάσαμε πικρά και μοιραστήκαμε με την Ειρήνη και τον Μιχαλάκη το τελευταίο κομμάτι απ' το τελευταίο γλυκό που μας είχε φέρει η κυρία Μαρία την προηγούμενη βδομάδα, κι ήρθαν ακόμη κι οι φοιτητές απ' τον πρώτο, άυπνοι, και άφησανε λουλούδια, κι η κυρία Δέσποινα με το μαντηλάκι της που σκούπιζε τα μάτια της κάθε της κάθε τόσο, κι ο κύριος κι η κυρία Τάδε που δεν γκρινιάξανε ούτε μια φορά για ολόκληρη τη βδομάδα, κι ο γιός τους ο Σπύρος που μόνο στο πάτωμα κοιτούσε. Μα την επόμενη μέρα κιόλας τα πράγματα ήτανε σχεδόν ίδια, γιατί η ζωή έτσι κάνει, αυτό είπες, όμως δεν ήτανε αλήθεια, γιατί δεν ήταν ακριβώς ίδια, ούτε ο Νικόλας τραγουδούσε πια σαρκαστικά ούτ' η κυρία Μαρία γύρισε ποτέ ξανά απ' το χωριό. Η ιστορία είναι για εκείνη τη βδομάδα που είχανε γάμο στο παραδίπλα σπίτι, μια οικογένεια Αλβανών, και τραγουδούσανε όλοι μέρα πολυφωνικά που μοιάζανε σαν τα ηπειρώτικα τα δικά μας κι εμείς κάτσαμε στο μπαλκόνι κι ακούγαμε και βγήκαν ο κύριος κι η κυρία Τάδε και είπαν θα πάρουμε την αστυνομία έχει πάει δωδεκάμιση η ώρα, και του είπες εσύ άμα πάρεις αυτή η ώρα θα 'ναι κι η τελευταία σου, κι έτσι μπήκαν σπίτι ο κύριος κι η κυρία Τάδε, και βγήκε δυο λεπτά μετά ο Σπύρος και μας ζήτησε συγγνώμη. Είναι για τον πίνακα ανακοινώσεων στην είσοδο, που προς το τέλος κατάφερε ν' αποκτήσει αυτό το χαρτί που έλεγε ΝΕΟΙ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ ΠΟΛΥΚΑΤΟΙΚΙΑΣ, ένα απαγορεύονται τα φυλλάδια, δύο απαγορεύονται τα κατοικίδια, τρία τα κοινόχρηστα να εξωφλούνται εντός δέκα ημερών, τέσσερα να μας κλάσετε τ' αρχίδια, αλλ' αυτό το τελευταίο ήταν γραμμένο με στυλό στα γρήγορα, και μας έφτιαχνε πάντα το κέφι. Είναι για τον έφηβο που καπνίζει στον φωταγωγό μ' ανοιχτό παράθυρο και κάθε φορά ακούς ποια νέα μουσική ανακάλυψε και την βάζει συνέχεια στο ριπλέι και λίγο τον ζηλεύεις που είναι σ' αυτήν την ηλικία που όλα είναι καινούρια κι όμορφα, και για τον Μιχαλάκη που μας είπε πρόσφατα πως αγαπάει ένα κορίτσι αλλ' αυτή αγαπάει έναν άλλο πιο όμορφο όμως ο Μιχαλάκης δεν θέλει ν' αλλάξει για να της αρέσει, θέλει να της αρέσει όπως είναι. Αυτή η ιστορία είναι για όλους μας, μα δεν θα καταφέρω ποτέ στ' αλήθεια να τη γράψω· κι αυτό γιατί είναι για όλους μας, μα περισσότερο για μένα· για μένα που κάθομαι ξαπλωμένη σ' αυτό το κρεβάτι σ' αυτό το δωμάτιο και σας ακούω να υπάρχετε, κι ούτε σήμερα μπορώ να σηκωθώ


(-ζωή)

Saturday 26 January 2019

Ολοι οι δρομοι καπου θα οδηγουν κι αυτοι

Άνοιξα τα μάτια μου και το φως του φεγγαριού με τύφλωσε; κόντευε πανσέληνος, και ήμουν σε ανοιχτό χωράφι; ούτε ένα δέντρο να μετριάσει την έκπληξή μου. Με είχε πάρει ο ύπνος κατά το σούρουπο, αφού είχα φάει σεβαστή ποσότητα σύκων απ'τη συκιά που με φιλοξένησε στα ριζά της- σε θέση αντιδιαμετρική ή τέλος πάντων όχι κατάλληλη για μετρίαση της τύφλωσης από το σεληνόφως ,για να μην μας πείτε και παπαρολόγους-. Οι συκιές είναι δένδρα μαγικά, ξέρετε. Όταν κοιμάσαι χάμω τους, ταξιδεύεις στα όνειρα σου στα μέρη που έχεις λησμονήσει. Μα εγώ λησμόνησα και τα όνειρα που είχα δει, τόσα σύκα που είχα φάει. Άτιμο πράγμα η γλύκα, δεν ξεχωρίζεις εύκολα μέχρι τι σημείο κάνει καλό και πότε ξεπερνάει τα όρια και σου προσφέρει ανίερες ηδονές. Τέλος πάντων, σιγά το πράγμα, έτσι είναι η ζωή, για να παίζουμε με τα όριά της. Καλά, μόνο που το λέω, γελάω. Η ζωή δεν έχει όρια, η ανθρώπινη ύπαρξη ναι. Τέλος πάντων, σιγά το πράγμα.
Παλιότερα που λέτε θα με τρόμαζε που είχα ξυπνήσει στη μέση ενος ξεροχώραφου στα μισά της νυχτιάς μονάχο μου. Αλλά τώρα τελευταία, σταμάτησαν να με τρομάζουν τέτοια πράγματα, ξέρετε, το χάος του ζειν και τα λοιπα ( και τα κα-τά-λοιπα ). Δεν νομίζω ότι έχει και κάποιο νόημα να το αναλύσω, για 'μένα δηλαδή, δεν έχει. Ή έχει, απλά δεν μπορώ να το κάνω και το ρίχνω στην απουσία νοήματος. Τέλος πάντων, σιγά το πράγμα. Μέχρι πριν λίγο καιρό αρνιόμουν να μπω πάλι σε διαδικασίες να βάλω τάξη και πρόγραμμα στον εαυτό μου γιατί το θεωρώ ανιαρό, βαρετό, μικρόψυχο, μικροαστικό και κυρίως, ψεύτικο. Μα νομίζω μέσα στη χθεσινή ημέρα βρήκα μια βαθύτερη σιγουριά για την αλήθεια, την αλήθεια της ύπαρξής μου και την αλήθεια στη σύνδεση μου με τον κόσμο τον αληθινό ετούτο. Οπότε τώρα που ξυπνάω, δεν έχω πια πρόβλημα να βάλω από τα μέσα τάξη στον εαυτό μου. Όχι σαν κάτι αληθινό, αλλά σαν μια πράξη για να κάνω χώρο, να προσφέρω άνεση και χρόνο σε εμένα, και σιγουριά έτσι; να μπορώ να κοιτάω τον κόσμο και να μην φοβάμαι πράγμα. Γιατί, μεταξύ μας τώρα, σιγά το πράγμα. Σηκώνομαι και ξεκινάω πάλι πάνω στο δρόμο μου. Προς τα πού; Μην ανησυχείτε τώρα γι'αυτό, πάμε και βλέπουμε. Α, κάτσε μονάχα να μαζέψω κανά σύκο για το δρόμο.


Lyra

συγκατάθεση στο περίπου

Σχεδόν. Σχεδόν σπίτι, σχεδόν η πόλη μου, σχεδόν οι φίλοι μου. Οι παρέες, σχετικό, ίσως σχεδόν να μου ταιριάζουν. Είμαι ο εαυτός μου στο περί...