Saturday 16 December 2017

zeigefinger [ο δείκτης]

 Καλή μου, 

  αν κι αισθάνομαι πως δεν μετακινήθηκα ποτέ απ' το σημείο στο οποίο με άφησες, η πραγματικότητα δείχνει να 'χει διαφορετική γνώμη. Καθημερινώς στον δρόμο νέα πρόσωπα μου χαμογελούν, πρόσωπα που ελάχιστα γνωρίζω ή που ποτέ μου δεν περίμενα να λάβουν τον ελάχιστο ρόλο στην κοινωνική μου ζωή. Τους τελευταίους δύο μήνες έχω γνωρίσει υπέρ-αρκετό κόσμο, ανθρώπους συναρπαστικούς και μη, κι έχω βρεθεί σε αρκετές ενδιαφέρουσες συζητήσεις. Έχω ανακαλύψει νέα στέκια και έχω αναπτύξει ιδιαίτερα τις ικανότητές μου στο πιάνο. Ταυτόχρονα, έγινε δεκτή η αίτηση μου για προαγωγή· έτσι, όχι μόνο βρίσκομαι πιο κοντά στην πραγμάτωση των επαγγελματικών μου ιδεών, αλλά από την πρώτη κιόλας του μήνα, θα μετρώ επιπλέον εκατόν είκοσι ευρώ στον μισθό μου. Τα χρήματα αυτά έχω σκοπό να τα συλλέξω έως ότου συμπληρώσω το απαραίτητο ποσό για να αποκτήσω επιτέλους αυτό το σπίτι που πάντα συζητούσαμε. Τέλος -και ίσως κυριότερα- ο ύπνος μου έχει πλέον γαληνέψει· καταφέρνω να κοιμάμαι τις απαραίτητες ώρες ατάραχος, χωρίς φαρμακευτική βοήθεια.
  Θέλω μ' αυτά να σου εξηγήσω πως βρίσκομαι στ' αλήθεια σε ικανοποιητική -πρακτικά- θέση. Όλα δείχνουν να κυλούν προς μία θετική πορεία, την οποία μάλιστα εγώ προκάλεσα, επιμένοντας να φέρω τον εαυτό μου πιο κοντά στην ικανοποίηση των ονειροπολήσεών μου. Το συμπεραίνεις άλλωστε- είναι όλα τους πράγματα που συζητήσαμε κάποτε μαζί, ίσως σε φαντασιακό, ή και  σε πραγματικό επίπεδο. Οι νέοι άνθρωποι, η δουλειά, οι νέες εμπειρίες. Ο ήρεμος ύπνος. Για όλα αυτά ξόδεψα αρκετή ενέργεια, αρκετό κόπο, και τώρα τα θετικά αποτέλεσματα που κέρδισα απ' αυτήν θα περίμενε κανείς να μου προσδώσουν αυτήν την γλυκιά ευχαρίστηση της αποτελεσματικότητας. Μου είναι όμως απαραίτητο, μαζί μ' αυτά, να παραδεχτώ -έστω σ' εσένα- τα συναισθήματά μου. 

  Είναι η πρώτη μου φράση που τα περιγράφει στ' αλήθεια όλα. Δεν αισθάνομαι πως μετακινήθηκα ποτέ απ' το σημείο που μ' άφησες. Και μ' αυτό εννοώ, το αφηρημένο στάδιο της ζωής μου -εξωτερικά και εσωτερικά- κατά το οποίο είχες νέα μου τελευταία φορά. Σε αντιπαράθεση με ό,τι μου συμβαίνει πραγματικά, εγώ δεν διανύω ενθουσιασμό. Δεν διανύω ευχαρίστηση. Δεν βιώνω τη χαρά της -ας το πούμε-  επιτυχίας. Όπως, αντίστοιχα, δεν αισθάνομαι κανέναν πόνο. Καμία θλίψη. Κανένα άγχος, τίποτα, γλυκιά μου, τίποτα. Ή, τουλάχιστον, δεν τα διανύω σε ένα επίπεδο βαθιά εσωτερικό. Τα συναισθήματα χαιδεύουν το ανώτερο στρώμα του σώματός μου. Αυτό ειν' όλο. Δεν με τρυπάνε, όπως με τρυπούσαν κάποτε, όπως -χριστέ μου- θα ήθελα να με τρυπήσουν. Δεν με διανύει τίποτα. Αισθάνομαι πάνω στο σώμα μου μια απέραντη νεκρή έκταση, ένα ανοξικό πεδίο, στο οποίο τίποτα δεν μπορεί να βλαστήσει, τίποτα δεν μπορεί να αναπτυχθεί. Στο όριο αυτού του πεδίου, τίθενται οι αισθήσεις μου. Η επιφανής αντίληψη των εξωτερικών ερεθισμάτων. Σε μια ευθεία, λεπτή γραμμή, λεπτή όσο το δέρμα· εκεί πάνω διαρρέουν τα συναισθήματα, ρευστά, πάνω στην επιδερμίδα, και παραμένουν εκεί, ανίκανα να εισχωρήσουν βαθύτερα. Αναρωτιέμαι, καλή μου, αν είναι δική μου η ευθύνη που δεν μπορώ να αισθανθώ. Αν πάσχω από κάτι, αν είμαι προβληματικός, αν δεν είναι στην φύση μου η αισθαντικότητα· όμως μετά θυμάμαι -με χαρά και θλίψη ταυτόχρονα- πως κάποτε δεν ήταν έτσι ο εαυτός μου. Συνεπώς, καταλήγω πως οι εξωτερικοί παράγοντες δεν είναι αρκετά ικανοποιητικοί ώστε να μου προσδώσουν οποιοδήποτε βαθύ συναίσθημα. Δεν μπορώ όμως ούτε αυτό να το δεχτώ. Καταρχάς, όσα μου συμβαίνουν αυτόν τον καιρό είναι πράγματα που πάντοτε ποθούσα να μου συμβούν. Μα κι έτσι να μην ήταν, διένυσα τους τελευταίους μήνες αρκετές πικρές στιγμές, οι οποίες θα μπορούσαν να μου είχαν χαρίσει έστω ένα δάκρυ. Μα αυτό το σώμα δείχνει να 'χει πια στερέψει.
  Παραδέχομαι -κάπως ντροπαλά είναι η αλήθεια- πως ο μόνος ενθουσιασμός που μου προσδίδουν οι εξελίξεις στις ημέρες μου δεν είναι τα γεγονότα αυτά καθ' αυτά, μα η ανυπομονησία να μοιραστώ μαζί σου αυτά τα νέα. Βέβαια, η συνειδητοποίηση αυτή μου προκαλεί μια παραπάνω αίσθηση κενότητας. 

  Η πορεία των σκέψεών μου έχει αυτήν την καθημερινή κυκλική πορεία που προσπαθώ να σου περιγράψω. Πράγματα συμβαίνουν, κι εγώ πάνω σε αυτά ανυπομονώ για τα συναισθήματα να εισρεύσουν στο σώμα μου. Όμως μένω πάντοτε στην αναμονή, όπως σου περιγράφω, ενώ τα συναισθήματα περνούν από πάνω μου χωρίς να μ' αγγίζουν, αδιάφορα, τα ξεφυλλίζω με το νου μου αλλού σαν περιοδικό τελευταίας κατηγορίας σε κάποια αίθουσα αναμονής, αυτό, αυτό ακριβώς, αυτό κάνω με όλη την ζωή μου. Με όλες τις ημέρες. Κι ενώ είχα εναποθέσει τις ελπίδες μου στην εξωτερική αλλαγή, ενώ, σου τ' ορκίζομαι, με προγραμμάτισα, εφόσον η διάθεσή μου από μόνη της δεν μπορούσε να με βάλει στον χορό, άνοιξα την πλάτη μου και με ρύθμισα σαν κομπιούτερ, να επιτελέσω εργασίες, να κάνω πράγματα, και αυτό συνέβη -συγχώρεσέ με, χάνω την ψυχραιμία μου- και οι πράξεις μου έφεραν αποτέλεσμα, όμως το γεγονός ότι αυτό το αποτέλεσμα δεν μου προσέδωσε κανένα συναίσθημα, με βύθισε ακόμη περισσότερο στο νεκρό σώμα στο οποίο αισθάνομαι κάτοικος. Κι αυτό είναι το αδιέξοδο στο οποίο αισθάνομαι πως έχω βρεθεί. Το οποίο νομίζω πως αρνούμαι να κοιτάξω στα μάτια. Η απευθείας αγγλική μετάφραση είναι εξαιρετικά χαρακτηριστική. Νεκρό τέλος· dead end. Αυτό, γλυκιά μου. Αυτό ακριβώς.   
  Δεν σου κρύβω πως υπάρχουν στιγμές που νομίζω για λίγο πως χάνομαι ξανά στην αισθαντικότητα. Όμως αυτές οι στιγμές κρατάνε λίγο, κι εμπεριέχουν πάντα την παρεξήγηση των ίδιων των συναισθημάτων μου. Ίσως και την εσκεμμένη μεγένθυσή τους, από ανάγκη να βιώσω επιτέλους κάτι βαρύ. Συγχώρεσέ με γι' αυτήν την εικόνα που θα σου μεταδώσω- μα μου μοιάζει λες και πιέζω τους πόρους της επιδερμίδας μου έως ότου ξεράσουν από μέσα τους ό,τι σμήγμα απομένει· αυτό είναι το συναίσθημα, αυτό το αηδιαστικό σμήγμα που πιέζω να παραχθεί. Δεν πέρασε ούτε μια βδομάδα που διένυσα για λίγο την παραίσθηση πως -ξανά- ερωτεύτηκα. Την παραίσθηση αυτή ακολούθησε η συνειδητοποίηση πως έσπρωξα τον εαυτό μου σε ένα οποιοδήποτε συναίσθημα, πάνω σε ένα οποιοδήποτε πρόσωπο, αναίτια, από ανάγκη για αυθεντικότητα. Παράλληλα, υπάρχουν στιγμές που ακριβώς αυτή η αίσθηση της ανοησίας, της κενότητας σημασίας, μου γεννά μια αναπάντεχη διάθεση να συμπλεύσω μαζί της πρακτικά. Να προσαρμόσω τις πράξεις μου στην ανοησία, να αρνηθώ οποιονδήποτε συμβιβασμό, οποιαδήποτε λογική, πώς να στο πω- να στρίψω απότομα το τιμόνι στ' αριστερά και να τρακάρω, να τσιμπήσω το μάτι μου με το πιρούνι την ώρα που τρώω, να κατεβάσω το παντελόνι μου και να ουρήσω πάνω στα έπιπλα του γραφείου όπου εργάζομαι, να αυνανιστώ μπροστά στους συναδέλφους μου, να σπάσω τις καρέκλες της κουζίνας πάνω στο πιάνο, έως ότου καταστραφούν και τα δύο. Όλα αυτά εκούσια και συνειδητά. Με πλήρη αντίληψη και κατανόηση των πράξεών μου. Μέχρι στιγμής, βέβαια, δεν έχω φτάσει στο σημείο να πραγματώσω οποιαδήποτε από αυτές τις φαντασιώσεις. Η σκέψη τους όμως είναι από τα λίγα πράγματα που μου προσδίδουν αληθινή ευχαρίστηση. 
 Είναι κι αυτό που σου περιέγραψα μια σημαντική διακλάσωση της σκέψης μου. Πως εφόσον τίποτα δεν βγάζει αρκετό νόημα, τότε γιατί να πειθαρχώ τον εαυτό μου σε συμβάσεις οι οποίες δεν με ενδιαφέρουν; Δεν μου προσφέρουν; Καταλαβαίνεις; Διανύω την α-νοησία. Την ματαιότητα. Η οποία -παρεμπιπτόντως- άκουσα κάποτε πως αποτελεί το δηλητήριο της νιότης. Από ανάγκη να επιτελώ τουλάχιστον τις βασικές μου λειτουργίες, περπατάω μέσα στους μήνες αυτόματα, αποφεύγοντας πια να μπαίνω στη διαδικασία της αμφισβήτησης, της αμφιβολίας, πολύ απλά επειδή γνωρίζω πως σ' αυτά θα συναντήσω την νεκρωμένη μου ύπαρξη. Και παράλληλα, αυτή η εσκεμμένη άγνοια προκαλεί την περαιτέρω σήψη μου. Εκτονώνω την αρρώστια μου- γιατί περί τέτοιας πρόκειται- σε παράλογες ονειρώξεις και φαντασιώσεις, μέχρις ότου η σύγχυση λυθεί, και μπορέσω να συνεχίσω την ανόητη καθημερινότητά μου.
  Δεν σου κρύβω, βέβαια, πως σαν αποτέλεσμα όλων αυτών, με χτυπά η ενοχικότητα, σαν κηδεμόνας που με επιπλήττει επειδή δεν καταφέρνω να εκτιμήσω την πλεονεκτική μου θέση. Βέβαια, αυτό δεν είναι ακριβώς αλήθεια. Είμαι ευγνώμων για αυτήν την θέση. Όμως δεν την βιώνω πραγματικά. Η ενοχή μου είναι τόσο γενική -σε σύγκριση δηλαδή με τους υπόλοιπους ανθρώπους, που μπορεί να είναι σε λιγότερο βολική θέση απ' τη δική μου- αλλά και προσωπική- σε σύγκριση με τα δεινά που πέρασα στο παρελθόν, και τα οποία κατάφερα να ξεπεράσω χωρίς ποτέ να διανύσω μια πορεία τόσο δυσχερή όσο τούτη εδώ. 

  Και είναι, γλυκιά μου -που να με πάρει ο διάολος- παράδοξο, γιατί στ' αλήθεια, να, σου τ' ορκίζομαι -και συγχώρεσέ με που πάλι χάνω την ψυχραιμία μου- εγώ αγαπώ την ζωή, την αγαπώ, την εκτιμώ, στ' αλήθεια, το αναγνωρίζω αυτό ως βασικό χαρακτηριστικό του εαυτού μου. Αγαπώ την ζωή. Δεν είναι απλώς ότι φοβάμαι το θάνατο. Αγαπώ την ζωή. Την ροή της. Την αγαπώ σαν άνθρωπος που βίωσε στο πετσί του την απειλή της στέρησής της, την απάρνησή της, την περιθωριοποίηση από την ίδια την ζωή. Αγαπώ τους ανθρώπους, την αισθαντικότητα, αγαπώ το άλγος όσο αγαπώ τη χαρά, ακριβώς επειδή αγαπώ την ζωή· μα τώρα ενώ αυτή συμβαίνει, εγώ, ειλικρινά, βαριέμαι να την διανύσω. Προτιμώ να καθίσω περιμένοντας· χωρίς αντικείμενο· απλώς, περιμένοντας. 
  Μου φαίνεται πως πλάτιασα αρκετά. Κι ειν' η αλήθεια πως συνάντησα ξαφνικά το σημείο στο οποίο μου μοιάζει πλέον ανόητο να συνεχίσω να σου εξομολογούμαι και να σου περιγράφω. Μακάρι να μπορούσα να σου πω πως αισθάνομαι καλύτερα μετά απ' όλα όσα σου είπα. 
  Μακάρι, εν τέλει, να μπορούσα να σου πω το οτιδήποτε. 

  Σε φιλώ με νόστο και άλγος. 
                                                          ______
https://www.youtube.com/watch?v=2tEHmiCluU4&t=4s

                                                -Ζωή (ορ γουατέβερ)
  

συγκατάθεση στο περίπου

Σχεδόν. Σχεδόν σπίτι, σχεδόν η πόλη μου, σχεδόν οι φίλοι μου. Οι παρέες, σχετικό, ίσως σχεδόν να μου ταιριάζουν. Είμαι ο εαυτός μου στο περί...