Wednesday 1 November 2017

φάε την σκέψη σου / θοτ φορ φουντ

      Ξύπνησα μέσα στη νύχτα πεινασμένος. Στην αρχή δεν έδωσα σημασία και βάδισα ασυνείδητα προς το ψυγείο, όμως μετά συνειδητοποίησα πως είχα φάει αρκετά καλά ελάχιστες ώρες πριν το συμβάν. Το στομάχι μου παραπονιόταν με ανθρώπινη ανυπομονησία, σχεδόν ένιωθα το βάρος της αντίληψης και συνείδησής μου σαν άνθρωπος να βρίσκεται εκεί. Άνοιξα το ψυγείο και ήταν γεμάτο με μπαγιάτικα φαγητά σε τάπερ της μάνας μου, μερικά αυγά, πορτοκάλια και μπύρες. Πρώτο τάπερ-μουσακάς. Ο μουσακάς της μάνας μου είναι ο καλύτερος μουσακάς και η μάνα μου η καλύτερη μάνα. Δεν γουστάρω να λένε πράγματα για τη μάνα μου, τρελαίνομαι και πέφτει μαύρο στη σκέψη μου. Γουστάρω τη μάνα μου τρελά και όταν πλένει τα πιάτα μ'αρέσει να περνάω από την κουζίνα και να της δίνω μια στον κώλο. Καμία γκόμενα δεν έχει τον κώλο της μάνας μου, γι' αυτό και καμία δεν αξίζει να της φέρομαι καλά. Άσε που ποια θα μπορούσε να φτιάξει τέτοιο μουσακά;
      Με αυτές τις σκέψεις και τη μυρωδιά της μάνας μου όταν καθαρίζει το σπίτι, που έχει άρωμα χλωρίνης και απορρυπαντικών, να διαπερνάει τη μνήμη μου, ούτε που κατάλαβα πότε πρόλαβα να φάω όλο το μουσακά. Έτσι είναι τα φαγητά της μάνας μου, σε στέλνουν. Άνοιξα και το δεύτερο τάπερ-φακές. Εντάξει, οι φακές είναι παράδοση στο πατρικό μου. Ο πατέρας μου τρώει τουλάχιστον τέσσερα πιάτα κάθε φορά και μετά πηγαίνει πάνω κάτω στο σπίτι και κλάνει. Αυτός ο ήχος είναι το ερωτικό του κάλεσμα προς την αδερφή μου-εντάξει ίσως υπερβάλλω, μου αρέσει να υπερβάλλω. Παρ' όλα αυτά, η αδερφή μου είναι αρκετά καλό μουνάκι. Και η αλήθεια είναι πως όντως, οι περισσότερες φορές που έχω ακούσει τους γονείς μου να γαμιούνται, ήταν μέρες που το μεσημέρι η μάνα μου είχε μαγειρέψει φακές. Έχω τραβήξει τη μαλακία της ζωής μου ακούγοντας τον μπαμπά και τη μαμά να γαμιούνται. Νομίζω πως καμία γκόμενα δεν μούγκρισε ποτέ στο αυτί μου με τον ευλαβικό τρόπο που μουγκρίζει η μάνα μου στα αυτιά του πατέρα μου-ήχος που διαπερνούσε τον τοίχο και συνήθιζε να φτάνει και στα δικά μου αυτιά, όταν ήμουν έφηβος κι έμενα μαζί τους. Ίσως κι αυτός να ήταν ο πρώτος ήχος που άκουσα, όταν βγήκα απ' τον φαλλό του πατέρα μου.
      Πολλές φορές, μάλιστα, όταν τα είχα με την Φαίη, που έφερνε λίγο στη μάνα μου-είχαν περίπου την ίδια μέση, παρόμοιους αστραγάλους και ένα σημάδι στον δεξί γοφό που έμοιαζε αρκετά-προσποιούμουν πως είμαι ο πατέρας μου για να την κάνω να μουγκρίσει με τον ίδιο σκοπό. Κι εκείνη δεν μούγκριζε ποτέ γιατί ήταν μουγκή από τη γέννησή της και εμένα μου έπεφτε. Κάπως έτσι άρχισα να αισθάνομαι αποτυχημένος, γιατί του πατέρα μου ποτέ δεν του πέφτει και είμαι σίγουρος γι αυτό. Αλλά δεν θα μπορούσα ποτέ να ευθύνομαι γι' αυτό και η Φαίη πλήρωσε γι αυτό το έγκλημα πολύ ακριβά. Έχω κρατήσει σε ένα συρτάρι στο κομοδίνο μου μερικά απ' τα δόντια που έχασε στην διαδικασία ενοχοποίησης και τιμωρίας της. Τα κρατάω εκεί και περιμένω την νεράιδα των δοντιών να τα πάρει και να βάλει τάπερ της μάνας μου στη θέση τους-πραγματική μαγεία. Τι να τα κάνεις τα λεφτά αν έχεις τέτοια τάπερ; Εγώ δεν θα ζητούσα ποτέ παραπάνω από τη ζωή, δεν είμαι φιλόδοξος άνθρωπος και ξέρω να εκτιμάω αυτά που έχω.
      Τρίτο τάπερ-φασολάκια. Τέταρτο-αρακάς. Και μερικά άλλα κατεψυγμένα με μπιφτέκια και κιμά. Τα έφαγα όλα, ακόμη και τα ωμά κατεψυγμένα και ακόμα η γαμημένη η πείνα δεν έλεγε να κοπάσει. Τι συμβαίνει; Άρχισα σιγά σιγά να ξυπνάω και να συνειδητοποιώ ότι κάτι δεν πάει καλά. Πώς γίνεται να μην χορταίνω με τίποτα και να συνεχίζω να πεινάω; Και ένιωθα και έναν έντονο πόνο στον οισοφάγο μου, σαν να μου είχε κάτσει ένα ολόκληρο τάπερ εκεί, σαν να είχα καταπιεί μια μπάλα ράγκμπι και δεν είχε επανέλθει στα φυσιολογικά του. Τι διάολο. Τέλος πάντων, άρχισα να τρώω τα αυγά. Στην αρχή έπιασα το λάδι για να το ρίξω στο τηγάνι και να τα τηγανίσω, αλλά για κάποιο λόγο κατέληξα να καταπίνω το λάδι με τέτοια ηδονική απόλαυση, σαν να ήταν σωστό παλιό ουίσκι. Έτσι κατέβαζε η αδερφή μου τα μίλκο όταν είχε περίοδο. Πλέον είχα αποδεχτεί ότι δεν θα ηρεμήσω αν δεν φάω ό,τι υπάρχει μέσα στο ψυγείο. Καθώς έτρωγα ένα ένα τα αυγά, έτσι ωμά και με το τσόφλι, και καθώς αργότερα δάγκωνα και καταβρόχθιζα μανιωδώς τα πορτοκάλια ένα προς ένα, ένιωθα το κεφάλι μου κενό, σαν αερόμπαλα, σαν πλαστικό μπαλάκι παιδότοπου. Στο πρώτο αυγό που το έφαγα με ιδιαίτερα αριστουργηματικό τρόπο-το τρύπησα και το ρούφηξα αφήνοντας άθικτο το τσόφλι-έβαλα το ένα χέρι μου στο κεφάλι μου και έγειρα πάνω σε αυτό, ενώ στο άλλο μου χέρι κρατούσα το σκέτο απείραχτο τσόφλι. Τι σκατά. Δεν υπήρχε καμία διαφορά στην αίσθηση του βάρους.
      Το ψυγείο είχε πλέον αδειάσει και στα ντουλάπια δεν έβρισκα τίποτε άλλο να φάω. Η πείνα είχε αποκτήσει οντολογική υπόσταση, είχε σύσταση, ψυχή, σχεδόν φοβόμουν πως θα αποκτούσε και σώμα και θα ερχόταν να με κατασπαράξει ολόκληρο. Δεν ήξερα τι άλλο να φάω και δεν είχα λεφτά να παραγγείλω. Σκέφτηκα τη μάνα μου, τι καλά να ήταν εδώ τώρα και να την ξυπνούσα να μου λύσει τα προβλήματά μου. Τι καλά! Αλλά η μάνα μου είναι σε άλλη πόλη. Τι τις ήθελα εγώ τις σπουδές; Αφού σπίτι της μάνας μου θα κατέληγα-και πολύ καλά θα έκανα, πού να ψάχνεις τώρα να βρίσκεις σωστή γυναίκα με σωστή αντίληψη της κουζίνας και των απορρυπαντικών. Γιατί να ψάχνεις γυναίκα, ενώ έχεις την μοναδική που σε αισθάνεται και σε αγαπάει ανιδιοτελώς και σε καταλαβαίνει; Και πάντα θα σε συγχωρεί. Και, τέλος πάντων, μπορείς να μπεις σε όσα μουνιά θέλεις, αλλά πάντα θα έχεις βγει από ένα. Και αυτό είναι που μετράει. Και τώρα που το σκέφτομαι μου τη σπάει ο πατέρας μου. Μου τη σπάει που πηδάει τη μάνα μου και τον μισώ γι΄ αυτό. Είμαι καλύτερος από εκείνον, ακόμη κι αν μου πέφτει με γκόμενες σαν τη Φαίη που είναι μουγκές, έχω ψυχή, έχω καρδιά εγώ. Είμαι πολλά παραπάνω.
      Ξάπλωσα στο κρεβάτι εξαντλημένος. Η πείνα οργίαζε ακόμη και είχε πάρει τον ρόλο μιας πολύ διψασμένης Αφέντρας. 
Προσπάθησα να μασήσω το μαξιλάρι μου, όμως τα σαγόνια μου είχαν εξαντληθεί και δεν μπορούσα να τα ελέγξω. Νομίζω μάλιστα πως το κάτω σαγόνι είχε βγει απ' τη θέση του και ήταν δυσλειτουργικό. Όπως η Φαίη, όταν προσπάθησε να ανέβει από πάνω μου στο σεξ. Πώς πηδάς μια γκόμενα αν είναι από πάνω; Παράλληλα, ένιωθα έναν έντονο πόνο στο στομάχι μου, σαν να είμαι σε χειρουργείο και με ανοίγουν με νυστέρι, και μαζί με αυτήν την οξεία αίσθηση, ένιωσα και το κρεβάτι μου να υγραίνεται, ένα πηχτό υγρό αγκάλιαζε την κοιλιά και τη μέση μου. Άναψα το φως και παρατήρησα πως αιμορραγούσα πηχτό μαύρο αίμα. Μου θύμισε τις παντζαροσαλάτες της μάνας μου. Δεν ξέρω γιατί, αλλά ένιωθα πως δεν είχα χρόνο να χάσω. Δεν είχα χρόνο να φρικάρω και η αιτία αυτής της κατάστασης ήταν μηδαμινής σημασίας, όσο υπήρχε η Αφέντρα. Έχωσα την παλάμη μου στο αίμα και άρχισα να γλείφω τα δάχτυλά μου, πάνω στα οποία έβρισκα προσκολλημένες και μερικές κλωστές. Μία μανιώδης παρόρμηση με κυρίευσε και ρίχτηκα με τα μούτρα στην κοιλιά και τα μπούτια μου κι έγλειφα το αίμα από τον εαυτό μου. Η Φαίη και καμία άλλη γκόμενα δεν μου έκαναν ποτέ τόσο απολαυστικό στοματικό σεξ.
      Όταν το σώμα μου τελικά καθάρισε από το αίμα, ήμουν ο πιο καθαρός και όμορφος άνθρωπος στον κόσμο. Όλα ήταν τέλεια, εκτός από μία λεπτομέρεια. Με την απομάκρυνση του αίματος, φάνηκε μια αρκετά επιβλητική τρύπα στο δέρμα μου, στο σημείο που βρίσκεται το στομάχι. Την ψηλάφισα με τα χέρια μου και άρχισα να βογκώ από τον πόνο. Το στομάχι μου είχε μια γαμημένη τρύπα. Επειδή είμαι έξυπνος άνθρωπος, σκέφτηκα πως μάλλον γι' αυτό πεινούσα, το φαγητό θα πρέπει να απομακρυνόταν από τον οργανισμό μου μέσω αυτής της τρύπας. Όμως, πουθενά μέσα στο σπίτι δεν βρήκα το αποβαλλόμενο φαγητό. Έχωσα το χέρι μου μέσα στην τρύπα, και ξαφνικά άρχισα να γαργαλιέμαι ολόκληρος. Άρχισα να γελάω πολύ δυνατά και να τρελαίνομαι. Στο στομάχι, υπήρχε ένα γλοιώδες κάπως σφαιροειδές πράγμα και το έπιασα. Μόλις το έκλεισα στις παλάμες μου, ένιωσα ολόκληρο το σώμα, την ψυχή και την συνειδησιακή μου οντότητα να βιώνει μια θερμότητα αγκαλιάς. Σαν να ήμουν μωρό στα χέρια της μάνας μου και εκείνη να με κρατούσε σφιχτά. Τράβηξα την μπάλα προς τα έξω και άρχισα να νιώθω πίεση, σαν κάποια δύναμη να με σπρώχνει, να με μετατοπίζει από το σώμα και την ύπαρξή μου. Δεν ξέρω αν τα εξηγώ καλά.
      Έβγαλα έξω την μπάλα και την περιεργάστηκα, αφού την καθάρισα με το νερό της βρύσης. Η αίσθηση που βίωνα τώρα ήταν κρύο, χειμώνας, σαν να βουτάω στην πιο κρύα πισίνα καταχείμωνο και για λίγα δευτερόλεπτα ένιωθα να μην μπορώ να αναπνεύσω. Έκλεισα τη βρύση και δεν μπορούσα να πιστέψω στα γαμημένα τα μάτια μου. Ήταν ένας εγκέφαλος. Το ορκίζομαι στην μάνα μου αυτό και ε, πρόσεξε, δεν θα ορκιζόμουν ποτέ στη μάνα μου για πλάκα, κατάλαβες; Ήταν ένας γαμημένος εγκέφαλος, και μάλιστα νομίζω πως ήταν ο δικός μου. Το λέω επειδή φαινόταν εξαιρετικός. Αυτό που ήθελα να κάνω μόλις τον αντίκρυσα, ήταν να τον επεξεργαστώ, να τον θαυμάσω, να δω πώς θα τον βάλω πίσω στο κεφάλι μου. Όμως η Αφέντρα δεν με δέχτηκε με αυτήν την διάθεση και άρχισε πάλι να οργιάζει.
      Πήρα μερικές κλωστές από το συρτάρι, το συρτάρι μέσα στο οποίο φυλάσσω τα δόντια της πρώην μου, και άρχισα να ράβω ερασιτεχνικά την τρύπα από το στομάχι μου. Όταν θεώρησα πως είχε κλείσει καλά, έχωσα με έντονη βουλιμική παρόρμηση τον εγκέφαλο στο στόμα μου και τον κατάπια ολόκληρο, κάνοντας τον οισοφάγο μου να πονάει. Ήταν το πιο απολαυστικό γεύμα που έχω φάει ποτέ στη ζωή μου. Βιώνοντας αυτήν την συνειδητοποίηση, άρχισα να θυμώνω. Όχι με την κατάσταση, αλλά με τη μάνα μου. Υπήρχε πράγματι τέτοιο φαΐ και δεν μου το είχε προσφέρει ποτέ; Τι μάνα ήταν αυτή. Η πρώτη μου σκέψη ήταν να πάρω το πρώτο αεροπλάνο, να πάω να τη βρω, να την κόψω κομματάκια και να την ταξινομήσω στα γαμημένα τα τάπερ που μου στέλνει κάθε βδομάδα, τάπερ γεμάτα ψευτιά και υποκρισία. Όσο βίωνα αυτήν την φαντασίωση, έπινα τις μπύρες από το ψυγείο και αυνανιζόμουν. Ήπια τόσες μπύρες που με πήρε πολύ απότομα και άγαρμπα ο ύπνος-και ήταν βαθύς και γρήγορος ύπνος! Όσο κοιμήθηκα, είδα όνειρα την Αφέντρα να με πηδάει από πάνω και βίωσα την πιο ηδονική ονείρωξη της ζωής μου. Αλλά το όνειρο αυτό δεν κράτησε πολύ.
      Ξύπνησα μέσα στη νύχτα πεινασμένος. Στην αρχή δεν έδωσα σημασία και βάδισα ασυνείδητα προς το ψυγείο, όμως μετά συνειδητοποίησα πως είχα φάει αρκετά καλά ελάχιστες ώρες πριν το συμβάν.

~veldaerya
       

συγκατάθεση στο περίπου

Σχεδόν. Σχεδόν σπίτι, σχεδόν η πόλη μου, σχεδόν οι φίλοι μου. Οι παρέες, σχετικό, ίσως σχεδόν να μου ταιριάζουν. Είμαι ο εαυτός μου στο περί...